scuro
aggettivo

1 καπνώδης [-ες]
2 κνεφαῖος [-α, -ον]
3 κυάνεος [-α, -ον]
4 ἀμαυρός [-ά, -όν]
5 μέλας [μέλαινα, μέλαν]
6 νύχιος [-α, -ον]
7 σκοτεινός [-η, -όν]
8 σκότιος [-α, -ον]

Hai problemi con i font greci? CLICCA QUI



Sfoglia il dizionario

A B G D E Z H Q I K L M N X O P R S T Y F C J W



{{ID:SCURO100}}
---CACHE---